Νησιά Μακάρων ή Ηλύσια πεδία:
Τα Ηλύσια πεδία και το νησιά των Μακάρων στη φαντασία των αρχαίων ταυτίζονταν, με τη διαφορά ότι στη πρώτη περίπτωση πρόκειται για κάμπους και στη δεύτερη για ευλογημένα νησιά (ή για ένα μόνο νησί). Ήταν παραδεισένιοι τόποι που βρίσκονταν στα πέρατα της γης, δυτικά, κοντά στο Ωκεανό, που τους χάιδευαν οι αύρες, ή τους δρόσιζαν οι απαλές πνοές του Ζέφυρου που έφθαναν από τον Ωκεανό, χωρίς μήτε να τους παγώνουν μήτε να τους ζεσταίνουν πολύ. Τα νησιά αυτά τα κυβερνούσε ο Ραδάμανθυς που εκτελούσε τις εντολές του Κρόνου.
Στους παραδεισένιους αυτούς τόπους, πήγαιναν οι αγαπημένοι ήρωες των αρχαίων Ελλήνων, όταν πέθαιναν. Εκεί οι "θεοί" τους χάριζαν την αθανασία και περνούσαν μια ζωή ξένοιαστη, χωρίς να τους ταλαιπωρούν ούτε χιόνια, ούτε βαρυχειμωνιές, ούτε νεροποντές. Οι εκλεκτοί που πήγαιναν εκεί χαίρονταν όσα δεν μπορούν να χαρούν οι κοινοί άνθρωποι πάνω στη γη. Περνούσαν τις ώρες τους χωρίς καμιά βιοτική έγνοια, γυμνάζονται, τρέχουν πάνω στα άλογά τους, παίζουν πεσσούς, συνοδεύουν τα τραγούδια τους με την κιθάρα και φυσικά τρώνε όλοι μαζί στεφανωμένοι. Κάθονται παρέες - παρέες και κουβεντιάζουν ώρες πολύ, μέσα σε μια ατμόσφαιρα που μοσχοβολάει από το θυμίαμα που καίει πάνω από τους βωμούς των θεών.
Από τις πηγές που ξέρουμε μαθαίνουμε ότι τα Ηλύσια φιλοξενούσαν τον Μενέλαο, τον Κάδμο, τον Πηλέα, τον Διομήδη, τον Λύκο (που ήταν γιος του Ποσειδώνα και της Πλειάδας Κελαινώς) και τον Αχιλλέα
Στον ευλογημένο εκείνο τόπο ό ήλιος λάμπει μέρα και νύχτα χωρίς να σκοτεινιάζει. Η γη χαρίζει εδώ τρεις φορές το χρόνο τους καρπούς της. Ολόγυρα από την πολιτεία υπάρχουν παντού λιβάδια και δάση από πανύψηλους κέδρους και δέντρα με χρυσούς καρπούς. Τα ποτάμια κυλούν χειμώνα-καλοκαίρι ήσυχα χωρίς να ξεχειλούν και να ρημάζουν τις καλλιέργειες, ούτε πάλι να ξεραίνονται.
Γοργόνα Μέδουσα:
Η Μέδουσα ήταν ένα φρικτό τέρας που αντί για μαλλιά είχε φίδια, δόντια τεράστια σαν του αγριόχοιρου, χέρια χάλκινα και πτερύγια χρυσά για να πετάει. Τα μάτια της ήταν τόσο τρομακτικά που απολίθωναν όποιον τολμούσε να τα κοιτάξει. Ήταν μια από τις Γοργόνες, μιας φυλής γυναικών για τις οποίες ο Ησίοδος έγραφε ότι κατοικούσαν πέρα από τον Ωκεανό, στην άκρη της γης, κοντά στη Νύχτα.
Ο Διόδωρος Σικελιώτης ισχυρίζεται ότι οι Γοργόνες ήταν πολεμικός λαός, όπως και οι Αμαζόνες και κατοικούσαν όπου και οι Άτλαντες. Η Μέδουσα Γοργώ ήταν αρχηγός του λαού αυτού. Η Γοργώ γέννησε με τον Ποσειδώνα τον γίγαντα Χρυσάορα, που κατοικούσε πέρα από τον Ωκεανό. Αργότερα ο Χρυσάορας έγινε βασιλιάς του κόκκινου τόπου, του νησιού Ερύθεια του Ατλαντικού ωκεανού.
Η Ελληνική παράδοση αναφέρει την εκστρατεία του Περσέα στα βορειοδυτικά της Αφρικής, όπου βρίσκεται η οροσειρά του Άτλαντα. Εκεί αντιμετώπισε τον εχθρικό στρατό των Γοργόνων, συνέλαβε τη βασίλισσα τους Μέδουσα Γοργώ και την αποκεφάλισε.
Αμβροσία
Στην αρχαία εποχή αμβροσία ονομαζόταν η τροφή των Ελλήνων θεών, όπως νέκταρ ονομαζόταν το ποτό τους. Στη γεύση αυτών των δύο ή και του ενός μονάχα στηριζόταν η ιδιότητα της αθανασίας των Ολυμπίων θεών. Οι παλιές μάλιστα παραδόσεις μας παρουσιάζουν και θνητούς ακόμη να γίνονται αθάνατοι μόνο όταν τους άλειφε κανείς με αμβροσία, όπως έγινε με τον Δημοφώντα, τον Αχιλλέα κ.α. Εξ' άλλου και η ίδια η λέξη δεν φανερώνει τίποτα άλλο παρά την αθανασία, μερικοί συγγραφείς τη μεταχειρίζονται σε ορισμένες περιπτώσεις αντί γι' αυτήν.
Η αμβροσία τίθεται καμιά φορά και με τη σημασία της αλοιφής για να θεραπεύει πληγές ή του καθαριστικού. Π.χ η Ήρα καθαρίζει το δέρμα της με αμβροσία για να φαίνεται πιο ωραία
Άλλοι όμως συγγραφείς θέλουν την αμβροσία σαν μια πηγή στο κήπο των Εσπερίδων. Από την παράδοση αυτή προκύπτει ότι είναι ο ίδιος τόπος από τον οποίο κατά τον Όμηρο (Οδύσεια H,62) τα περιστέρια έφερναν την Αμβροσία στον Δία κατά την νηπιακή του ηλικία και ήσαν υποχρεωμένα να περάσουν πετώντας από τις Πλαγκτές πέτρες, που ήσαν βράχοι στα δυτικά της Σκύλλας και της Χάρυβδης (σημείωση: θεωρείται ότι είναι το στενό της Σικελίας).