Στο διάλογο "Κριτίας", ο Πλάτων αφού πρώτα γράφει για τον πόλεμο μεταξύ Αθηναίων-Ατλάντων, τη Γενεαλογία των Ατλάντων και τα Τεχνoλογικά τους Επιτεύγματα, στο τέλος αναφέρει για τη διοικητική οργάνωση της Ατλαντίδας (παράλειψα κουραστικές λεπτομέρειες που δεν είναι απαραίτητες για την ιστοσελίδα αυτή):
«... Η Ατλαντίδα διοικούνταν από δέκα βασιλιάδες. Το συμβούλιο των δέκα με αρχηγό τον Άτλαντα, ή τον προερχόμενο από την οικογένεια του Άτλαντα βασιλιά του κεντρικού κράτους, λάβαινε αποφάσεις για όλα τα γενικά θέματα του νησιού, σύμφωνα με τους νόμους του Ποσειδώνα. Το ίδιο συμβούλιο δίκαζε το βασιλιά που παρανομούσε. Για τη δίκη αυτή συγκροτούσαν ειδική συνεδρίαση με ταυροθυσία, σπονδές και όρκους, ότι θα δικάσουν σύμφωνα με τους νόμους που ήταν γραμμένοι σε ειδικές στήλες. Φορούσαν ωραιότατη γαλάζια στολή και κρεμούσαν στις στολές τους ένα χρυσό πίνακα όπου έγραφαν την απόφαση τής δίκης.
»Ό νόμος που ρύθμιζε τις αμοιβαίες σχέσεις των βασιλιάδων και την εξουσία τους καθώς διάταξε ο Ποσειδώνας, ήταν χαραγμένος με γράμματα πάνω σε μια στήλη ορειχάλκινη, που ήταν στημένη στον κεντρικό ναό του Θεού. Ό όρκος των βασιλιάδων περιείχε φοβερές κατάρες για κείνους που θα παράβαιναν το νόμο. Για τα περιφερειακά θέματα οι τοπικοί βασιλιάδες είχαν απόλυτη εξουσία στους υπηκόους τους, αλλά υπάκουαν στους νόμους και τιμούσαν το θεό, από τον οποίο κατάγονταν και είχαν συγγένεια.
»Κάθε λαχνός (τμήμα) της χώρας είχε έκταση εκατό στάδια ( 18.500 τεραγ. μέτρα). Όλα τα τμήματα ανέρχονταν σε εξήντα χιλιάδες. Οι άνθρωποι όλων των μερών της χώρας ήταν άπειροι στο πλήθος και ήταν μοιρασμένοι κατά τόπους και στα χωριά και στα βουνά, σε όμοια τμήματα, που το καθένα είχε τον αρχηγό του.
»Ό αρχηγός κάθε τμήματος ήταν υποχρεωμένος σε καιρό πολέμου να επιστρατεύει τους στρατιώτες και τους ναύτες και ν' αρματώνει άμαξες. Κατά την επιστράτευση, όλα τα τμήματα συγκέντρωναν δέκα χιλιάδες άμαξες, που τις πλαισίωναν ένα ζευγάρι άλογα που τις έσερναν, μ' έναν αμαξηλάτη, δύο άλογα συνοδευτικά με δύο καβαλάρηδες, δύο πεζοί στρατιώτες βαριά οπλισμένοι, δύο τοξότες, δύο σφενδονήτες και από κει τρεις ακοντιστές και πετροβολιστές. Στη βασιλική πόλη επιστράτευαν από 4 ναύτες κατά τμήμα για το καθένα από τα 1.200 πλοία. Στις εννέα άλλες επαρχίες ηταν κανονισμένα ανάλογα. Έτσι ήταν τα πολεμικά πράγματα τακτοποιημένα.
»Οι Άτλαντες εξουσίαζαν και πολλά άλλα νησιά του πελάγους, γύρω από την Ήπειρό τους. Όταν οργάνωσαν τόσο τέλεια το κράτος τους επεκτάθηκαν μέχρι την Αίγυπτο και την Τυρρηνία και αργότερα σ' άλλες περιοχές της γης. Διαπεραιώθηκαν στην Ευρώπη και κατέλαβαν όλες τις τότε γνωστές χώρες της, καθώς και τις τότε γνωστές εκτάσεις της Ασίας. Αλλά, όπως είπαμε στην αρχή, τα στρατεύματά τους που εκστράτευσαν στην Ελλάδα, δεν κατόρθωσαν να καταβάλουν τους Αθηναίους, σύμφωνα με τις γραφές της Σάιδας.
»Οι κάτοικοι της Ατλαντίδας μέσα στο νησί τους ζούσαν ειρηνικά, είχαν όλα τ' αγαθά της γης και προόδευαν. Ήταν ανώτεροι στο ήθος, υπάκουαν στους νόμους, τους αρχηγούς, τους ιερείς και τους μάντεις που φρόντιζαν για την υγεία τους και την καλοπέρασή τους. Τα φρονήματά τους «ήταν σύμφωνα με την αλήθεια και γενναία σ' όλες τις περιστάσεις». Δεν είχαν πάθη και μίση ανάμεσά τους και μπορούσαν να κυβερνήσουν τον εαυτό τους, χωρίς να κλονίζονται απ' αυτά. Κι όσο ζούσαν στον τόπο τους δεν τους μέθυσε ο πλούτος και η καλοπέραση. 'Ήταν ευσεβείς και τίμιοι.
»Αργότερα όμως, όταν χάθηκε η πίστη των κατοίκων της Ατλαντίδας στο θεό, γιατί ανακατεύτηκε πολλές φορές το θείο - αθάνατο - στοιχείο με το θνητό και υπερίσχυσε το ανθρώπινο ήθος, τότε οι άνθρωποι χάλασαν. Δεν είχαν τη δύναμη να βαστάξουν τις παρούσες ευτυχίες τους, έκαναν ασχήμιες και πράγματα άξια αποστροφής. Έγιναν εγωιστές, νόμιζαν πώς ήταν οι πρώτοι και καλύτεροι απ' όλους τους άλλους λαούς και κατέχονταν από το πάθος ν' αυξήσουν άδικα τον πλούτο και τη δύναμή τους.
»Ο Δίας τότε, που είδε πως ένας καλός λαός βάδιζε προς την αθλιότητα, αποφάσισε να τους τιμωρήσει για να σωφρονιστούν και να γίνουν προσεχτικότεροι. Κάλεσε λοιπόν στο λαμπρότερο ανάκτορό τους, στημένο στη μέση όλου του κόσμου, όλους τούς θεούς και τους είπε...»
Εδώ σταματάει η ιστορία τού Πλάτωνα στον «Κριτία», αλλά στην αρχή του διαλόγου του αυτού, με τη φράση του «καθώς είπαμε και πρωτύτερα» παραπέμπει στον «Τίμαιο».
(Η παραπάνω μετάφραση δεν είναι πιστή, αλλά το νόημα διατηρείται αναλλοίωτο).
|
Ζεύς (Δίας)
Ο ανώτατος θεός των αρχαίων Ελλήνων, ο "πατήρ ανδρών τε θεών τε" κατά τον Όμηρο. Ήταν, κατά την Ελληνική μυθολογία, γιος του Κρόνου και της Ρέας και αδερφός του Ποσειδώνα, του Άδη, της Εστίας, της Δήμητρας και της Ήρας, μάλιστα της Ήρας ήταν και σύζυγος. Όταν τον γέννησε η Ρέα, τον έκρυψε σε μια σκηνή της Κρήτης για να τον γλιτώσει από τον Κρόνο, που κατάπινε τα αγόρια του, για να αποφύγει την πραγματοποίηση του χρησμού, σύμφωνα με τον οποίο ένα από αυτά επρόκειτο να τον εκθρονίσει. Στην Κρήτη ο Ζευς τρεφόταν με το γάλα της κατσίκας Αμάλθειας. Όταν ανδρώθηκε, εκθρόνισε τον πατέρα του Κρόνο, νίκησε τους Τιτάνες και τους Γίγαντες και μοιράστηκε με τους αδερφούς του τον κόσμο. Κατά την κλήρωση η θάλασσα έπεσε στον Ποσειδώνα, ο κάτω κόσμος στον Άδη και στον ίδιο ο Ουρανός και η Γη. Έτσι ο Ζ. έγινε ανώτατος κυβερνήτης και αποκατέστησε την ειρήνη στον κόσμο, τον οποίο διεύθυνε από τις κορυφές του Ολύμπου.
Αρχαία αγάλματα και ναοί προς τιμή του Δία
Άγαλμα του Δία στην αρχαία Ολυμπία. Αυτό το γλυπτό είναι μια φανταστική ανακατασκευή του αγάλματος του Δία που ο αρχαίος γλύπτης Φειδίας κατασκεύασε το 435 π.Χ. στο ναό του Δία στην αρχαία Ολυμπία. Ήταν ένα από τα τελειότερα αριστουργήματα της αρχαίας Ελλάδας. Είχε 13 μ. ύψος. Ο μανδύας και τα κοσμήματα ήταν από έλασμα χρυσού. Το σώμα , το πρόσωπο, ο δεξιός ώμος, τα μπράτσα και το κάτω μέρος των ποδιών του ήταν από ελεφαντόδοντο. Στο δεξί του χέρι ο θεός κρατούσε μια φτερωτή νίκη από χρυσό και ελεφαντόδοντο που συμβόλιζε τη νίκη του κατά των Τιτάνων. Με το αριστερό του χέρι κρατούσε σκήπτρο 4 μ. υψηλό που στη κορυφή απόληγε σε αετό, σύμβολο της εξουσίας του. Το βάθρο του αγάλματος που ήταν κατασκευασμένο από γαλάζιο Ελευσίνιο μάρμαρο, είχε πλουσιότατες γλυπτές αναπαραστάσεις (ο ήλιος πάνω στο άρμα του, η αναδυόμενη Αφροδίτη, η Αμφιτρίτη και ο Ποσειδώνας, η Ήρα, ο Ερμής και η Εστία, η Αθηνά και ο Ηρακλής κ.α.) Το άγαλμα αυτό λεηλατήθηκε από το Σύλλα το 80 π.Χ. και από το βασιλιά των Γότθων Αλάριχο το 393 μ.Χ.
Οι Στήλες του Δία (Ολυμπίου Διος)
|